Γιώτα Γιάννα: Πέθανε η τραγουδίστρια με τη φυσαρμόνικα

«Εφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 95 ετών, η Παναγιώτα Γιαννέλου, γνωστή με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Γιώτα Γιάννα.

Tραγούδησε με τις μεγαλύτερες φωνές της ελληνικής δισκογραφίας. Δούλεψε χρόνια σε πατάρια και νυχτερινά κέντρα. Οι  εμφανίσεις της σε τηλεόραση και μουσικές σκηνές αποκάλυψαν μιαν ιδιαίτερη περσόνα, με λιγοστή δισκογραφία και απόλυτα ξεχωριστή παρουσία .Ήταν η Γιώτα με τη φυσαρμόνικα και έτσι θα θέλει να τη θυμούνται.

Διαφήμιση

Την θλιβερή είδηση έκανε γνωστή μέσω ανάρτησής της στο facebook, η τραγουδίστρια Πέννυ Ξενάκη.

Η Γιώτα με τη φυσαρμόνικα

Η Γιώτα Γιάννα γεννήθηκε και ζούσε στους Αμπελόκηπους. Αγαπούσε την γειτονιά της, γιατί της θύμιζε άλλες περιοχές, σαν την παλιά Κοκκινιά και την Αμφιάλη. Γειτονιές που έχουν αυλές και που η μία γειτόνισσα μιλάει ακόμα με την άλλη.

Ο πατέρας της είχε καταγωγή από τα Τρίκαλα Θεσσαλίας. Η μάνα της ήταν Μικρασιάτισσα και πέθανε σε νεαρή ηλικία και η Γιάννα μεγάλωσε με τον πατέρα της, ο οποίος ήταν αυτοκινητιστής. Ο ένας από τους δύο αδελφούς της, ο Δημήτρης, σκοτώθηκε το 1974 κατά τη διάρκεια της εισβολής των Τούρκων στην Κύπρο.

Χρησιμοποιούσε για για τις μετακινήσεις της, κυρίως το ποδήλατο, αλλά και τα μέσα μαζικής μεταφοράς, ενώ δεν έτρωγε κρέας παρά μόνο σαλάτες, λαδερά και τυρί.

Είχε παρουσία στα ελληνικά μουσικά δρώμενα περισσότερο από εξήντα χρόνια.Έχει συνεργαστεί με μεγάλους καλλιτέχνες όπως με τους Σοφία Βέμπο, Βασίλη Τσιτσάνη, Απόστολο Καλδάρα, Ρίτα Σακελλαρίου, Άννα Βίσση, Καίτη Γκρέϋ, Γιώτα Λύδια, Μπέμπα Μπλανς και πολλούς άλλους.

Την έχουν χαρακτηρίσει «η Ελληνίδα Τζάνις Τζόπλιν», «η Πασιονάρια της Λαϊκής Πίστας» (κατά τον Μάνο Χατζιδάκι), ερμηνεύτρια που «αρπάζει το τραγούδι απʼ τα μαλλιά και το κάνει ολοδικό της» (σύμφωνα με τη Λένα Πλάτωνος).

Ξεκίνησε παίζοντας φυσαρμόνικα δίπλα στη Σοφία Βέμπο, συνοδεύοντάς την στο περίφημο τραγούδι «Ο άνθρωπός μου».

Η συνέντευξη στα ΝΕΑ

«Κρίθηκα αυτοδίδακτο ταλέντο γρήγορα, μελέτησα μόνη πολύ, από πιτσιρίκα», είχε πει σε συνέντευξή της στα ΝΕΑ.
«Δεν αδικήθηκα. Απλώς δεν με ψάξανε. Λες και δεν υπήρξα ποτέ. Να το πω αυτό. Ως ταλέντο νέο, βρέθηκα γρήγορα να συνοδεύω την Σοφία Βέμπο – αυτή την γυναίκα, τη δύσκολη και την κορυφαία – επί σκηνής με τη φυσαρμόνικά μου στο τραγούδι: «Ο άνθρωπός μου». Μου είπε, θες να βγάλεις άδεια; Ποτέ όμως εγώ δεν μπλέχτηκα με τα λεφτά. Είμαι μακριά από τα χαρτιά», έλεγε.
Όσο για το πώς ένα κορίτσι από τους Αμπελοκήπους έφτασε πλάι στη Βέμπο η ίδια, ανέφερε: «Ηταν κορυφαία η Σοφία τότε. Με άκουσε κάποιος φίλος στη γειτονιά μου. Επαιζα φυσαρμόνικα με τον ξάδελφο μου Γιώργο Παρασκευόπουλο. Πήγαινα στου Γαϊτάνου και έπαιρνα φυσαρμόνικες στη Στοά του Ορφέως μάλιστα με τον πατέρα μου. Με ακούει κάποιος γείτονας, φίλος του Λειβαδά, του άρεσα, με ρώτησε αν ήθελα να με ακούσει η Σοφία. Και πάω. Στο θέατρο της Βέμπο, στο Σύνταγμα τότε.
»»Αυτό που κράταγα το ήξερα καλά. Εγώ το είχα το βέλος. Με ακούει, είναι δε και εκεί ο Τραϊφόρος. Μου πρότειναν να πάω εκεί για συνεργασία. Αμέσως. Δούλεψα εκεί. Με αγαπούσε πολύ. Δούλεψα μετά στα καλύτερα μαγαζιά. Με τα μεγαθήρια. Φεύγω από κει και αρχίζω εμφανίσεις, τιμή που βρέθηκα με σπουδαίους καλλιτέχνες. Να ταράζεις τα νερά, αλλά να είσαι και καλός κολυμβητής. Κατάλαβες; Με τη Βέμπο ήμουν 16 ετών. Μεταπηδώ στα λαϊκά. Στη Θεσσαλονίκη, στο Πανόραμα, με ακούει η Μαίρη Λίντα, αυτή με παρότρυνε. Δεν μου είπε, πρέπει να γίνεις. Μου είπε πρέπει να τραγουδήσεις».

«Ο Χατζιδάκις με έλεγε Πασιονάρια της λαϊκής πίστας»

Για τον Μάνο Χατζηδάκι, η Γιώτα Γιάννα, ανέφερε: «Τον ήξερα από μια ταβέρνα στη γειτονιά μου που ερχόταν με διάφορους μουσικούς. Μετά ερχόταν και στην Πλάκα. Είπε πως είμαι η Πασιονάρια της λαϊκής πίστας. Ηταν ένας άνθρωπος εξαιρετικός.
Είμαι επαναστάτρια, έτσι νιώθω, αλλά με αιτία. Τότε έπεσαν όλοι οι επιχειρηματίες να πάω στην Εθνική Οδό. Ηταν μεγάλη μόδα. Ανα εικοσαετία τα πράγματα, να ξέρεις, αλλάζουν δομή. Πού είναι η πιάτσα σήμερα, έτσι δεν λέμε; Τζιτζιφιές. Αχαρνών. Μετά σε Εθνική. Ξημερώματα, Ονειρο, χάλαγε κόσμος. Πέρασα από όλα. Μετά με πήρε το Κανόνι, στην Εθνική πάντα. Βάνου, Ευσταθίου, Ντάλμα. Το Κανόνι ήταν του Ζήνα και του Ποντιώτη. Εφυγα από την Πλάκα τότε.
Εσκιζε η Εθνική Οδός. Δεν καταλάβαινα τίποτε. Εγινε το αδιαχώρητο. Με ζητούσαν όλοι. Εκεί με βρήκε το μαντάτο για τον αδελφό μου το ’74. Κόντευα να πεθάνω».