Ο Ορχάν Παμούκ στο νέο του βιβλίο «Νύχτες πανούκλας» αναφέρεται στα γεγονότα της άνοιξης του 1901, στο ‒ φανταστικό ‒ νησί Μίνγκερ, µεταξύ Κρήτης και Κύπρου. Τότε που ξεσπά επιδηµία πανούκλας και επιβάλλεται καραντίνα. Για να αναχαιτιστεί η επιδηµία, ο σουλτάνος Αµπντουλχαµίτ Β‘ στέλνει στο Μίνγκερ τον αρχιεπιθεωρητή υγείας Μπονκόφσκι πασά, σύντοµα όµως εκείνος δολοφονείται.
Ο σουλτάνος αναθέτει τότε στον νεαρό γιατρό Νουρί το καθήκον να αναλάβει δράση. Αλλά το κακό έχει ριζώσει, η πανούκλα εξαπλώνεται ταχύτατα παρά τα αυστηρά µέτρα, δημιουργώντας επιπλέον εντάσεις ανάμεσα στους µουσουλµάνους και στους χριστιανούς κατοίκους. Κυριαρχούν ο παραλογισμός του φόβου, οι ίντριγκες και οι εθνικιστικές προκαταλήψεις. Αντιμέτωπος µε τον κίνδυνο της ανεξέλεγκτης εξάπλωσης της επιδηµίας, ο σουλτάνος υποκύπτει στις διεθνείς πιέσεις και αποφασίζει τον αποκλεισµό του νησιού.
Το νέο του βιβλίο ήταν αποτέλεσμα της πανδημίας. Σε συνέντευξή του μέσω zoom ο Παμούκ εξηγεί πως «ο πανικός της ανθρωπότητας», όπως τον αποκαλεί, ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2020 και πως σε εκείνο το διάστημα έγραφε σταθερά, συχνά για 12 ώρες την ημέρα αν και η Κωνσταντινούπολη δεν ήταν επίσημα σε lockdown εκείνη τη στιγμή.
«Εδώ και 50 χρόνια είμαι συγγραφέας, που σημαίνει 50 χρόνια lockdown. Οταν πρωτοξεκίνησα να γράφω, οι φίλοι μου είπαν «Κανείς δεν θα διαβάσει το μεσαιωνικό βιβλίο σου, ποιος νοιάζεται για την πανούκλα τώρα;»». Αλλά καθώς επικράτησε η πανδημία, τον καλούσαν λέγοντάς του «είσαι τόσο τυχερός, είναι τόσο επίκαιρο».
Στην πραγματικότητα, ο ίδιος ήταν πολύ φοβισμένος. Η θεία του, που έμενε δύο τετράγωνα πιο πέρα, ήταν μία από τους πρώτους που πέθανε από κορωνοϊό στην Κωνσταντινούπολη. Ο Παμούκ θα έλεγε στη νέα του σύζυγο (παντρεύτηκε την επί χρόνια σύντροφό του Aslı Akyavaş τον Απρίλιο): «Γράφω ένα μυθιστόρημα και οι άνθρωποι πεθαίνουν σαν τις μύγες. Είναι τραγική ειρωνεία. Μήπως είμαι σκληρός άνθρωπος»;
Οι «Νύχτες πανούκλας» κυκλοφόρησαν στην Τουρκία τον Μάρτιο του 2021. Τον Νοέµβριο του ίδιου χρόνου ασκήθηκε δίωξη κατά του συγγραφέα µε την κατηγορία της προσβολής του Κεµάλ Ατατούρκ και της τουρκικής σηµαίας. Ενώ στη δίωξη που ακολούθησε κατηγορείται για υποκίνηση «μίσους και εχθρότητας». «Σε ποια σελίδα του μυθιστορήματος;» ρώτησε ο Παμούκ τον εισαγγελέα. «Φυσικά, δεν υπάρχει τέτοια σελίδα. Η έρευνα έφτασε σε αδιέξοδο», λέει. «Δεν με απάλλαξαν ούτε με κατηγόρησαν, οπότε είμαστε σε αδιέξοδο».
Ο Παμούκ αρνείται να απογοητευτεί για την παγκόσμια πολιτική κατάσταση. «Ο Μακρόν κέρδισε. Ο Τραμπ έχασε. Γιατί δεν κάνουμε μια ιστορία για αυτό»; Και αντιστέκεται στην άποψη ότι ο δεξιός λαϊκισμός και η αθλιότητα εξαπλώνονται «σαν μικρόβια» σε όλο τον κόσμο. «Δεν είμαι τόσο απαισιόδοξος. Βλέπω ότι στις δημοσκοπήσεις ο Ερντογάν πέφτει δραματικά. Γιατί να είμαι απαισιόδοξος»;
Για τον Ρούσντι
Μια μέρα μετά από αυτή τη συνέντευξη ο Σάλμαν Ρούσντι δέχτηκε επίθεση στη Νέα Υόρκη. Ο Ορχάν Παμούκ και ο Σάλμαν Ρούσντι έγιναν φίλοι όταν ζούσαν και οι δύο στη Νέα Υόρκη στις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Οπως και ο Ρούσντι ο οποίος χρειαζόταν προστασία λόγω της φετβά που εκδόθηκε εναντίον του το 1989, ο Παμούκ είχε σωματοφύλακες για 15 χρόνια, καθώς σε συνέντευξή του το 2005 σχολίασε τις μαζικές δολοφονίες Αρμενίων και Κούρδων το 1915. Μήπως η επίθεση στον Ρούσντι τον φοβίζει για τον εαυτό του; «Θα έλεγα πως είμαι προσεκτικός», απαντά λέγοντας ότι στην αρχή του ήταν αδύνατο να καθίσει σε καφέ ή να κάνει βόλτα στην αγαπημένη του πόλη την Κωνσταντινούπολη.
Ανησυχούσε ότι τα μέτρα προστασίας θα τον απομάκρυναν από την καθημερινή ζωή που είναι η έμπνευσή του. Ομως με τα χρόνια έχει γίνει αρκετά χαλαρός με αυτή τη συνθήκη. «…Το έχω συνηθίσει. Παλιά είχα τρεις σωματοφύλακες, τώρα έχω έναν. Που σημαίνει ότι η Τουρκία βελτιώνεται», συμπληρώνει αστειευόμενος.
Ο ίδιος βλέπει την επίθεση στον Ρούσντι και τον εξτρεμισμό γενικά ως αποτέλεσμα «του θυμού των ανθρώπων με χαμηλή εκπροσώπηση, των ανθρώπων που αγνοούνται, των ανθρώπων των οποίων τα πρόσωπα δεν βλέπουμε». Δουλειά του μυθιστοριογράφου, λέει, είναι να κάνει αυτούς τους ανθρώπους ορατούς και να ακούγονται. «Ενας συγγραφέας πρέπει να υπερασπιστεί τις ιδέες της ελευθερίας του λόγου και της δημοκρατίας. Στη συνέχεια, ο συγγραφέας πρέπει επίσης να ταυτιστεί με ανθρώπους που παραβιάζουν αυτές τις ιδέες, και η ταύτιση τις περισσότερες φορές μοιάζει με νομιμοποίηση. Αυτό είναι το παράδοξο του συγγραφέα».
Σε αντίθεση με τον Σάλμαν Ρούσντι, η μεγαλύτερη απειλή για αυτόν δεν προέρχεται απαραίτητα από τους μουσουλμάνους φονταμενταλιστές αλλά από τους τούρκους εθνικιστές. Αν και όπως επισημαίνει: «Αυτές οι δύο ομάδες ιδεολογικά δεν απέχουν πολύ μεταξύ τους, καθώς η Τουρκία κυβερνάται από ένα σχήμα ισλαμο-εθνικιστικού συνασπισμού».
πηγή: in.gr