Μία από τις ελάχιστες Ελληνίδες που τις γνωρίζουν όλοι με το μικρό τους όνομα, η κυρα-Ρηνιώ, η μοναδική κάτοικος της Κινάρου, είναι για το νησί των Δωδεκανήσων, στην κυριολεξία, άγρυπνος φρουρός. Η μέρα για εκείνη ξεκινά τις πρώτες πρωινές ώρες, κατά τις 3, κι ώσπου να ξημερώσει, συντροφιά τής κρατούν τα νέα από όλον τον κόσμο, ό,τι συμβαίνει έξω από τα τεσσεράμισι στρέμματα της Κινάρου, μέσα από τις τηλεοπτικές εκπομπές.
Επειτα, μόλις ο ήλιος σηκωθεί ψηλά στην κορυφή των 296 μέτρων του Παπά, είναι ώρα να ανοίξει την πόρτα της και να πάρει τον δρόμο για τα κατσίκια και τα πρόβατα. Αφού ανάψει και τα καντήλια στην εκκλησία του Αϊ-Γιώργη που έχτισε ο προπάππους της το 1878, η κυρα-Ρηνιώ κατηφορίζει για το μεσημεριανό της, που συνήθως περιλαμβάνει κρέας ή ψάρι, στο σπίτι της, που αποτελείται από ένα δωμάτιο, έχει μια σόμπα με γκάζι για θέρμανση και από το παράθυρό του βλέπει το έρημο λιμάνι.
«Το μεσημέρι κατεβαίνω και κοιμάμαι γιατί είμαι όλη νύχτα ξυπνητή. Και το απόγευμα πάω πάλι στα ζώα. Οι δουλειές δεν σταματούν εδώ καθόλου. Κι έχει φορές που είμαι ζωντανή κι έχει φορές που είμαι ψοφισμένη. Μετά βλέπω τηλεόραση μέχρι που να τελειώσουν όλα τα έργα», λέει, μιλώντας στα «ΝΕΑ» η κυρα-Ρηνιώ – κατά κόσμον Ειρήνη Κατσοτούρχη.
Οπως περιγράφει η ίδια, την προηγούμενη μέρα είχε επισκέψεις στο νησί, και από στεριά και από αέρος. «Αν έχει μπονάτσα, έρχεται μία φορά τη βδομάδα δρομολόγιο από Αμοργό. Καμιά φορά μπορεί να κάνει κι έναν μήνα να έχει καλό καιρό. Ομως έχω προμήθειες. Και ο Στρατός μού φέρνει, και ο κόσμος, ας είναι καλά οι άνθρωποι. Ερχονται κι επισκέπτες με φουσκωτά και με ρωτούν τι κάνω, αν θέλω τίποτα. Προχθές τη νύχτα ήρθαν δύο κότερα με ξένους και το πρωί μου ‘φεραν να πιω δυο μπίρες. Να ‘ναι καλά, βέβαια, εγώ δεν πίνω. Και προχθές το βράδυ, όπως κάθε βράδυ, ήταν πάνω από το νησί τα τουρκικά drones. Εγώ ήμουν ξύπνια κι άκουγα τον θόρυβο αυτόν που κάνει άμα βγάζει φωτογραφίες, ακουγόταν πάρα πολύ», λέει η κυρα-Ρηνιώ χωρίς να χάνει στιγμή το γέλιο της.
«Αμα θέλω να μάθω τις ειδήσεις, βλέπω τηλεόραση. Το Ιντερνετ δεν ξέρω πώς να το δουλέψω. Κι η τηλεόραση το λέει, πως είναι τα τουρκικά drones κάθε μέρα πάνω από το νησί. Σε όποιον το πω, μου λέει «μη φοβάσαι, δεν γίνεται τίποτα». Ξέρω ‘γώ, τι να πω. «Τα καράβια μας είναι απ’ όξω», μου λένε, «δεν θα τους αφήσουν να περάσουν από ‘δώ»», αναφέρει η κυρα-Ρηνιώ που είναι η μόνη κάτοικος του μικρού νησιού μεταξύ Αμοργού και Καλύμνου, από το 2013, τότε που έχασε τον άνδρα της Μικέ Κατσοτούρχη.
Δύο φορές τη μέρα μιλά με τα παιδιά της στο τηλέφωνο, την κόρη και τον μικρό της γιο στην Κάλυμνο, γιατί με τον μεγάλο που ζει στην Αυστραλία – από όπου πέρασε κι εκείνη ένα φεγγάρι με τον άντρα της – οι επικοινωνίες είναι αναγκαστικά πιο αραιές.
«Ερχονται και τα εγγόνια μου στην Κίναρο. Ο πρωτογιός μου έχει κόρη και γιο, η κόρη μου δυο γιους και ο μικρός μου γιος ένα αγόρι. Εμένα εδώ είναι το νησί μου, το απολαμβάνω, μου αρέσει. Δεν μπορώ να ζήσω αλλού. Γεννήθηκα στην Αμοργό, αλλά από εννιά μερών με φέρανε στην Κίναρο. Τον άντρα μου τον γνώρισα 21 χρονών στην Κάλυμνο, παντρευτήκαμε και από όταν έφυγε ο πατέρας μου – που όσο ζούσε το ‘λεγε πως ήθελε να αναλάβω εγώ το νησί – ο άντρας μου δεν μου χάλασε χατίρι κι ήρθαμε το 2000 και μείναμε μόνοι μας εδώ. Το μόνο που μου λείπει σήμερα είναι η κόρη μου για να ‘χα μια καλή παρέα», λέει η 76χρονη κυρα-Ρηνιώ.
πηγή: in.gr