Εικόνα γνώριμη για πάμπολλους γονείς εφήβων αυτή του παιδιού τους με το κινητό του μονίμως αγκαλιά, να ανταλλάσσει… εκατομμύρια μηνύματα καθημερινά με φίλους και γνωστούς στα social media – πολλές φορές να προτιμά μάλιστα την επικοινωνία μέσω της συσκευής ακόμη και όταν οι φίλοι του βρίσκονται δίπλα του – και στο ενδιάμεσο να τραβά selfies από κάθε πιθανή γωνία λήψης ώστε να ποστάρει την πιο φωτογενή φωτογραφία του (με τη «χείρα βοηθείας» άλλωστε των ατελείωτων φίλτρων που προσφέρουν τα «έξυπνα» κινητά όλοι και όλα φαίνονται καλύτερα, γοητευτικότερα, αξιοζήλευτα). Η σχέση των εφήβων με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχει μετατραπεί στις μέρες μας σε «σχέση ζωής», ενίοτε όμως μετατρέπεται και σε «εν δυνάμει άκρως επικίνδυνη σχέση». Πότε και πώς συμβαίνει αυτό και ποιοι παράγοντες συντελούν στην προβληματική χρήση των social media από τα παιδιά;
Διευρυμένη μελέτη
Απαντήσεις δίνει μια νέα διεθνής μελέτη στην οποία συμμετείχαν 43 χώρες – μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα – που δημοσιεύθηκε πριν από λίγες ημέρες στην επιθεώρηση «Ιnformation, Communication & Society». Μια μελέτη που συμπεριέλαβε ένα πολύ μεγάλο δείγμα εφήβων – συνολικά 179.049 παιδιά ηλικίας 11, 13 και 15 ετών – με βάση στοιχεία της μεγάλης έρευνας για τις συμπεριφορές που συνδέονται με την υγεία των παιδιών σχολικής ηλικίας (Health Behavior in School-aged Children, HBSC) η οποία επαναλαμβάνεται κάθε τέσσερα έτη υπό την αιγίδα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ). Σημειώνεται ότι τα στοιχεία που αντλήθηκαν αφορούν το 2017/2018 ενώ εφέτος είναι η χρονιά που θα «τρέξει» και πάλι η νέα HBSC. Τα ελληνικά στοιχεία της διεθνούς μελέτης προήλθαν από την «Πανελλήνια Ερευνα για τις συμπεριφορές που συνδέονται με την υγεία των εφήβων-μαθητών» η οποία υλοποιείται στην Ελλάδα από το 1998 από το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ) με την επιστημονική εποπτεία της ομότιμης καθηγήτριας Ψυχιατρικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) κυρίας Αννας Κοκκέβη. Οπως μας πληροφόρησε η κυρία Κοκκέβη, στην τελευταία έρευνα HBSC που διεξήχθη στη χώρα μας συμμετείχε πανελλήνιο αντιπροσωπευτικό δείγμα 3.863 μαθητών της ΣΤ’ Δημοτικού, της Β’ Γυμνασίου και της Α’ Λυκείου από 238 σχολικές μονάδες.
Δίκοπο μαχαίρι
Οι ερευνητές που διεξήγαγαν τη διεθνή μελέτη με επικεφαλής την αναπληρώτρια καθηγήτρια Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της Πάδοβας στην Ιταλία δρ Μικέλα Λέντσι ανέφεραν εξ αρχής ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπως το Facebook και το Ιnstagram αλλά και οι εφαρμογές άμεσης επικοινωνίας μεταξύ χρηστών όπως το WhatsApp αποτελούν πλέον μέρος της καθημερινότητας πολλών εφήβων. Σημείωσαν ότι πρόσφατη μελέτη σε παιδιά και εφήβους ηλικίας 9 ως 17 ετών σε 19 ευρωπαϊκές χώρες αποκάλυψε ότι ποσοστό μεγαλύτερο του 50% χρησιμοποιεί τα social media καθημερινά ενώ ποσοστό της τάξεως του 16% προτιμά την online επικοινωνία με τους φίλους του σε σύγκριση με την επαφή πρόσωπο με πρόσωπο. Παράλληλα πρόσφατες αμερικανικές μελέτες έχουν δείξει ότι σχεδόν όλοι οι έφηβοι ηλικίας 13 ως 17 ετών έχουν «έξυπνο» κινητό τηλέφωνο και συχνά χρησιμοποιούν περισσότερες από μία ηλεκτρονικές συσκευές ταυτοχρόνως.
Οι συγγραφείς της μελέτης επεσήμαναν ότι η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από τους εφήβους συνδέεται τόσο με πλεονεκτήματα όσο και με μειονεκτήματα. «Για παράδειγμα μπορεί να ενισχύσει την ενσωμάτωση των εφήβων διευκολύνοντας και τις offline κοινωνικές επαφές τους με φίλους, προσφέροντάς τους παράλληλα ψυχαγωγία και τονώνοντας την κοινωνική τους συνείδηση. Στον αντίποδα, μπορεί να συνδέεται με μείωση της ικανοποίησης για τη ζωή και με συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους. Αυτές οι αντικρουόμενες επιδράσεις πιθανώς εν μέρει πηγάζουν από την ίδια την αντιφατική φύση των social media. Από τη μια πλευρά ενισχύουν την αυτονομία συνδέοντας τον καθένα μας με ολόκληρο τον κόσμο πέρα και πάνω από χρονικούς και τοπικούς περιορισμούς. Από την άλλη πλευρά όμως θέτουν σε κίνδυνο την αυτονομία και την ευημερία επηρεάζοντας τις σκέψεις μας, τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές μας. Η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης επηρεάζει την κοινωνική και συναισθηματική κατάσταση αρνητικά όταν εμφανίζονται στους χρήστες συμπτώματα που προσομοιάζουν με εκείνα του εθισμού. Παρότι πάντως υπάρχουν ολοένα και αυξανόμενα στοιχεία που δείχνουν ότι η προβληματική χρήση των social media αποτελεί πιθανό εθισμό, αυτή δεν έχει αναγνωριστεί επισήμως ως συμπεριφορικός εθισμός» γράφουν οι επιστήμονες. Και μπορεί στα χαρτιά να μην έχει γίνει η επίσημη αποδοχή του προβλήματος, όλα όμως γύρω μας «βροντοφωνάζουν» ότι υπάρχει.
Ανησυχητικά ευρήματα
Με βάση τα ευρήματα της νέας μελέτης λοιπόν στο συνολικό διεθνές δείγμα το ποσοστό των εφήβων με συμπτώματα εθισμού σε ό,τι αφορούσε τη χρήση των social media ήταν 7,2% – με τα κορίτσια αλλά και τους μεγαλύτερους σε ηλικία εφήβους να κρατούν τα σκήπτρα της προβληματικής χρήσης. Σημαντικό ρόλο όμως φάνηκε να παίζει μια παράμετρος που δεν είχε μελετηθεί ως σήμερα: το κοινωνικο-οικονομικό υπόβαθρο του κάθε εφήβου. Τα αποτελέσματα συγκεκριμένα έδειξαν ότι η οικονομική ανισότητα ωθεί τους εφήβους προς την προβληματική χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης – προφανώς κάνοντάς τους να νιώθουν καλύτερα μέσα στον ιντερνετικό παρά στον πραγματικό κόσμο όπου συγκρινόμενοι με τους πιο προνομιούχους συμμαθητές τους νιώθουν να υστερούν. Εναν διαδικτυακό κόσμο που τους προσφέρει απλόχερα τη δυνατότητα να αναζητήσουν πρότυπα (ενίοτε αρνητικά ή και επικίνδυνα) ή να μετατραπούν οι ίδιοι σε πρότυπα εκμεταλλευόμενοι τις απίστευτες δυνατότητες που προσφέρει πλέον η τεχνολογία. Εναν κόσμο κλεισμένο σε μια οθόνη που τους κάνει να ξεχνιούνται και τους δίνει παρηγοριά. Μάλιστα η κατάσταση φάνηκε να είναι χειρότερη σε σχολεία όπου οι κοινωνικές και οικονομικές διαφορές ήταν έντονες μεταξύ συμμαθητών που φοιτούσαν στην ίδια τάξη. Ως «αντίβαρα» φάνηκε πάντως να λειτουργούν η υποστήριξη των γονέων αλλά και των φίλων των εφήβων.
Τα ευρήματα αυτά μαρτυρούν ότι απαιτούνται νέες στρατηγικές από τους κυβερνώντες ώστε να μειωθούν οι ανισότητες που βιώνουν οι έφηβοι οι οποίες «γεννούν» τη δυσλειτουργική ή μη φυσιολογική συμπεριφορά τους, υπογράμμισε η ερευνητική ομάδα. Οπως ανέφερε σε σχετικό δελτίο Τύπου για τη μελέτη η δρ Λέντσι «ενώ το ψηφιακό χάσμα συνεχίζει να κλείνει σε πολλές χώρες, οι οικονομικές ανισότητες παραμένουν και αποτελούν έναν ισχυρό κοινωνικό παράγοντα που επιβαρύνει την υγεία και την ευημερία των εφήβων. Τα σχολεία πρέπει να αποτελέσουν τους ιδανικούς χώρους για την προαγωγή ασφαλών online συμπεριφορών».
Πιθανές αιτίες
Σύμφωνα με τους ερευνητές, υπάρχουν πιθανοί λόγοι που συνδέουν την κακή κοινωνικο-οικονομική κατάσταση με την προβληματική χρήση των social media από τους εφήβους. Μια θεωρία τους αναφέρει ότι το να μοιράζονται εικόνες ή βίντεο τα παιδιά που νιώθουν «στο πετσί» τους την κοινωνική ή οικονομική ανισότητα σε σχέση με τους φίλους ή τους συμμαθητές τους τα κάνει να νιώθουν καλύτερα καθώς αισθάνονται ότι αυτό τούς προσδίδει δύναμη και ένα διαφορετικό status.
Οι επιστήμονες κατέληξαν υπογραμμίζοντας ότι οι προσπάθειες πρόληψης του ανησυχητικού φαινομένου εντός των σχολείων πρέπει να στοχεύουν «αντικειμενικές και διακριτές» διαφορές κοινωνικής τάξης μεταξύ συμμαθητών. «Κλειδί» πρέπει επίσης να αποτελέσει η ενίσχυση της υποστήριξης των παιδιών που έχουν αναπτύξει προβληματική σχέση με τα social media από τους φίλους τους, καθώς αυτή η υποστήριξη των… κολλητών φαίνεται να αποτελεί «ασπίδα» για τους εφήβους. Διότι, όπως όλα δείχνουν, πρέπει να απλωθεί γερό «δίχτυ προστασίας» ώστε πολλά παιδιά να σωθούν από τα… δίχτυα της «κατάχρησης» του ιντερνετικού κόσμου προκειμένου να ζήσουν μια πραγματική ζωή, με πραγματικούς φίλους, με πραγματικές εικόνες, με πραγματικές αναμνήσεις που είναι τελικώς η πραγματική «κληρονομιά» του καθενός μας.
Το (ψυχικό) κόστος της πανδημίας
Με δεδομένο ότι τα στοιχεία που αναλύθηκαν στη μελέτη αφορούσαν ένα χρονικό διάστημα που προηγήθηκε της σαρωτικής πανδημίας του SARS-CoV-2 και των όσων αυτή επεφύλαξε (και συνεχίζει ως έναν βαθμό να επιφυλάσσει) για τη ζωή μικρών και μεγάλων, δεν μπορούσαμε να μη ρωτήσουμε την κυρία Κοκκέβη αν εκτιμά ότι η πρωτόγνωρη και βαριά για όλους πανδημική συνθήκη θα έχει επιτείνει το ζήτημα της προβληματικής χρήσης των social media από τους εφήβους. «Δεν έχουμε ακόμη επίσημα στοιχεία στα χέρια μας, αλλά πιστεύουμε ότι η πανδημία ενέτεινε την κατάσταση. Ελπίζουμε όμως ότι καθώς η ζωή ομαλοποιείται, η φυσική παρουσία των παιδιών στο σχολείο και στις δραστηριότητες, η διά ζώσης συναναστροφή με φίλους και συμμαθητές, θα οδηγήσει και σε μια ομαλοποίηση σε ό,τι αφορά την υπέρμετρη χρήση του Διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να καταγράψουμε μέσα από μελέτες το ψυχικό αποτύπωμα της πανδημίας στους εφήβους καθώς βλέπουμε από την κλινική πείρα μας ότι τα τελευταία δύο χρόνια το ποσοστό εφήβων με ψυχολογικά προβλήματα αυξήθηκε σημαντικά. Επίσημα στοιχεία σχετικά με το πώς επέδρασε η πανδημία στη σχέση των εφήβων με το Διαδίκτυο και τα social media αναμένεται να αντλήσουμε από τη νέα Πανελλήνια Ερευνα για τις συμπεριφορές που συνδέονται με την υγεία των εφήβων-μαθητών, η οποία αναμένεται να διεξαχθεί στο τέλος αυτού του έτους».
Ενας στους 10 κάνει προβληματική χρήση
Τι έδειξαν τα στοιχεία που παρείχε η Ελλάδα στη μεγάλη διεθνή μελέτη; Το ΒΗΜΑ-Science απευθύνθηκε στην κυρία Κοκκέβη, η οποία είναι και η εποπτεύουσα του πανελληνίου σκέλους της HBSC. Οπως μας ανέφερε η ομότιμη καθηγήτρια του ΕΚΠΑ, η ιντερνετική επικοινωνία αποτελεί καθημερινό κομμάτι της ζωής και των ελλήνων εφήβων. Συγκεκριμένα, με βάση τα στοιχεία, οι μισοί έφηβοι (49,8%) δήλωσαν μέσα από ειδικά ερωτηματολόγια τα οποία συμπλήρωσαν ότι επικοινωνούν μέσω Internet καθημερινά με τους στενούς τους φίλους – είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ένα ποσοστό 7,2% ανέφερε ότι συνομιλεί καθημερινά στο Διαδίκτυο με φίλους που γνώρισε μέσα από αυτό χωρίς να τους ξέρει από πριν. «Τα κορίτσια ανέφεραν σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό καθημερινή επικοινωνία με στενούς φίλους τους ενώ τα αγόρια σε υψηλότερο ποσοστό καθημερινή επικοινωνία με φίλους από την ευρύτερη παρέα και φίλους που γνώρισαν μέσω Internet. Με την ηλικία μάλιστα – από τα 11 έτη στα 13 και στα 15 – αυξάνονται τα ποσοστά εκείνων που αναφέρουν καθημερινή επικοινωνία με όλες τις παραπάνω κατηγορίες φίλων» σημείωσε η κυρία Κοκκέβη και συμπλήρωσε πως «είναι χαρακτηριστικό ότι ποσοστό 7,6% των εφήβων έδειξε ισχυρή προτίμηση στην επικοινωνία μέσω Internet έναντι της επικοινωνίας πρόσωπο με πρόσωπο, αγόρια και κορίτσια σε παρόμοια ποσοστά (8,4% και 6,8% αντίστοιχα). Oι 13χρονοι μαθητές είχαν ισχυρή προτίμηση για επικοινωνία μέσω Διαδικτύου σε υψηλότερο ποσοστό (9,6%) συγκριτικά με τους 11χρονους (5,7%) αλλά και τους 15χρονους (7,2%)».
«Κλειδί» η στήριξη των παιδιών
Σε ό,τι αφορούσε την προβληματική χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, από τα ελληνικά αποτελέσματα προέκυψε ότι σχεδόν ένας στους 10 εφήβους (9,5%) έδειχνε σημάδια εθισμού στα social media – σημαντικά υψηλότερο ήταν το ποσοστό των κοριτσιών (11,9%) συγκριτικά με εκείνο των αγοριών (7,2%), ενώ σχεδόν τετραπλάσιο ήταν το ποσοστό των 13χρονων και των 15χρονων εφήβων (περίπου 12%) σε σχέση με τους 11χρονους (3,8%). Η καθηγήτρια διευκρίνισε ότι «για να προσδιοριστεί η προβληματική χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, οι έφηβοι απάντησαν σε μια σειρά από ερωτήσεις σχετικά με τη χρήση τους κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών πριν από την έρευνα όπως, για παράδειγμα, εάν ένιωσαν συχνά ότι θέλουν να περάσουν περισσότερο χρόνο χρησιμοποιώντας τα, εάν συχνά τα χρησιμοποίησαν για να ξεφύγουν από αρνητικά συναισθήματα ή εάν παραμέλησαν άλλες δραστηριότητές τους γιατί ήταν συνδεδεμένοι σε αυτά».
Τα ελληνικά στοιχεία έδειξαν ότι προβληματική χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έκαναν οι έφηβοι οι οποίοι έναντι των υπολοίπων δεν λάμβαναν υποστήριξη από την οικογένειά τους (40,6% έναντι 20%), δεν λάμβαναν υποστήριξη από τους συμμαθητές τους (82,5% έναντι 69,5%), δεν λάμβαναν υποστήριξη από τους δασκάλους ή τους καθηγητές τους (73,4% έναντι 59,5%) καθώς και όσοι είχαν υψηλά επίπεδα άγχους (43,4% έναντι 19,1%), καταθλιπτικό συναίσθημα (65,9% έναντι 24,4%) και χαμηλή αυτεπάρκεια (27,4% έναντι 18,6%) – ως αυτεπάρκεια ορίζονται οι πεποιθήσεις του ατόμου για τις ικανότητες που έχει να αντιμετωπίζει δύσκολες καταστάσεις και να υπερνικά εμπόδια στην καθημερινή του ζωή.
Πώς ορίζεται η προβληματική χρήση
Τι ορίστηκε όμως από τους ερευνητές ως προβληματική χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης; Το να εμφανίζει ο έφηβος προβληματική συμπεριφορά με αρνητικές συνέπειες στην καθημερινότητά του – προβλήματα στο σχολείο και στην κοινωνική λειτουργικότητά του. Οπως εξήγησαν, η προβληματική χρήση των social media χαρακτηρίζεται από στοιχεία που συνδέονται με εθισμό – όπως το να θεωρεί ο έφηβος ότι αυτή η ενασχόληση είναι η σημαντικότερη όλων μέσα στην ημέρα, το να εμφανίζει εναλλαγές της διάθεσης, το να είναι επιθετικός και συγκρουσιακός, το να εξαπατά τους γονείς και τους φίλους του σχετικά με το πόση ώρα αφιερώνει στα social media, το να νιώθει άσχημα όταν δεν ασχολείται με τα social media, το να προσπαθεί αλλά να αποτυγχάνει να περνά λιγότερη ώρα μέσα στην ημέρα σε τέτοιες εφαρμογές, το να χρησιμοποιεί τα social media ως μέσο «απόδρασης» από τα αρνητικά συναισθήματα. Στη μελέτη σημειώνεται μάλιστα ότι προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει πως η προβληματική χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης συνδέεται με ψυχική δυσφορία, με σωματικά συμπτώματα, με κακές σχολικές επιδόσεις, με φόβους και ανησυχίες σχετικά με την εικόνα του εαυτού των εφήβων, με διατροφικές διαταραχές και αρνητική διάθεση.
πηγή: το Βήμα