Κάποιοι πιστεύουν ότι θα μπορούσαν να γίνουν ανεκτά ρωσικά πυρηνικά χτυπήματα περιορισμένης ισχύος, αγνοώντας εντελώς το γεγονός ότι αν σπάσει το πυρηνικό ταμπού, θα βρεθούμε από τη μια στιγμή στην άλλη σε έναν διαφορετικό κόσμο από στρατηγικής πλευράς. Οι περισσότεροι ειδικοί στα πυρηνικά δεν πιστεύουν σε έναν περιορισμένο πυρηνικό πόλεμο αν μια φορά ανοίξει ο ασκός του Αιόλου», σημειώνει η taz με τίτλο «Απίστευτη αδιαφορία» σε άρθρο του πρώην ταξιάρχου Μπερντ Γκλάζερ, ο οποίος διετέλεσε αναπληρωτής επικεφαλής του τμήματος στρατιωτικής πολιτικής στο γερμανικό υπουργείο Άμυνας.
Η εφημερίδα του Βερολίνου επισημαίνει: «Αντί να παρακολουθούμε τον πόλεμο να επεκτείνεται και να κλιμακώνεται, είναι επείγουσα η ανάγκη να αναλυθούν στρατηγικές εξόδου που θα σταματήσουν κατ΄ αρχήν τη σφαγή στα μέτωπα του πολέμου. Το κλειδί βρίσκεται στη Μόσχα και την Ουάσιγκτον, οι οποίες προφανώς συνεχίζουν να διατηρούν διαύλους επικοινωνίας. Ζητούμενο είναι να σταθμιστούν οι εντεινόμενοι κίνδυνοι μιας πυρηνικής κλιμάκωσης, οι κίνδυνοι, οι προϋποθέσεις και οι συνέπειες μιας κατάπαυσης των εχθροπραξιών.
Ένα νέο ‘σιδερούν παραπέτασμα‘ είναι γεγονός
Δεν αποκλείεται στο άμεσο μέλλον να παρουσιαστεί μια ευκαιρία με αφορμή την αναποτελεσματικότητα των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων στο πεδίο υπό την προϋπόθεση όμως ότι δεν θα υπάρξει περαιτέρω κλιμάκωση. Θα υποκύψει η Δύση από φόβο στον εκβιασμό του Πούτιν; Όχι, διότι με αυτό τον τρόπο θα αποτραπούν πολύ χειρότερα. Όσοι συνεχίζουν να υποστηρίζουν την πλήρη ανακατάληψη των κατεχόμενων εδαφών στην Ουκρανία οφείλουν να παραδεχθούν ότι βρίσκονται στο δρόμο προς την πυρηνική κλιμάκωση με την Μόσχα. Είναι ξεκάθαρο ότι τόσο η ουκρανική ηγεσία όσο και ανατολικοευρωπαϊκά κράτη δύσκολα θα αποδεχθούν στρατηγικές εξόδου.
Από την πλευρά του το Κίεβο, με γνώμονα το εθνικό του συμφέρον, θα πρέπει να φροντίσει έτσι ώστε ανθρώπινες απώλειες και καταστροφές να μην αποδειχθούν μοιραίες για την επιβίωση της Ουκρανίας. Για το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι για στρατηγικούς λόγους, αναγκαίο να εξετάσουν το πλαίσιο για την ευρωπαϊκή ασφάλεια τα επόμενα πέντε έως δέκα χρόνια. Ποια σχέση θέλουν να έχουν μακροπρόθεσμα ΝΑΤΟ και ΕΕ με τη Ρωσία; Μια συντονισμένη εξωτερική πολιτική οφείλει να απαντήσει πως θα διαχειριστεί την επικίνδυνη στρατηγική αστάθεια τα επόμενα χρόνια. Και για αυτό θα τεθούν τώρα τα θεμέλια. Ένα νέο ‘σιδερούν παραπέτασμα‘ είναι ήδη γεγονός. Για το λόγο αυτό είναι απαραίτητη μια έστω και προβληματική συνύπαρξη με τη Ρωσία προκειμένου να αποφευχθούν τα χειρότερα για την Ευρώπη».
Δεν θα λειτουργήσει το πλαφόν στις τιμές φυσικού αερίου
«Εδώ και εβδομάδες πολλές χώρες-μέλη απαιτούν από την ΕΕ να συναινέσει σε ένα πλαφόν στις τιμές φυσικού αερίου, δηλαδή ένα ανώτατο όριο στην προμήθεια και την πώληση από τους παρόχους. Με το εξής σκεπτικό: Εάν οι πάροχοι κληθούν να πληρώσουν λιγότερα για την αγορά φυσικού αερίου, θα μειωθούν κατά συνέπεια και οι τιμές στους λογαριασμούς των καταναλωτών», σχολιάζει η Süddeutsche Zeitung με τίτλο «Βλάπτει το πλαφόν στις τιμές φυσικού αερίου».
Η εφημερίδα του Μονάχου επισημαίνει: «Εάν η ΕΕ ορίσει δια νόμου χαμηλότερες τιμές δεν θα έχει πλέον σημασία αν μια εταιρεία ενέργειας ή χώρα προτίθεται να πληρώσει περισσότερα από την άλλη αφού η τιμή θα είναι πια σταθερή. Αν όμως παρουσιαστούν ελλείψεις στο φυσικό αέριο μια ευρωπαϊκή αρχή θα αποφασίζει πόσο αέριο θα διοχετευθεί σε ποιο κράτος-μέλος και σε ποιον τομέα. Αυτό θα πυροδοτούσε διαφωνίες. Η μάχη για την διανομή θα εντείνονταν μιας και θα εκτοξεύονταν η ζήτηση για ένα τεχνητά φθηνότερο προϊόν.
Σε αυτά προστίθεται ότι τα κράτη-μέλη θα υποχρεωθούν να καταβάλουν υπέρογκες επιδοτήσεις στους εισαγωγείς φυσικού αερίου, οι οποίοι αναγκαστικά θα καταβάλλουν τις τιμές που ισχύουν στην παγκόσμια αγορά. Μόνο υπό αυτή την προϋπόθεση δεξαμενόπλοια με υγροποιημένο φυσικό αέριο από τις ΗΠΑ ή το Κατάρ θα έχουν το απαραίτητο κίνητρο για να έρθουν στην Ευρώπη. Και είναι σαφές ότι αν στους εισαγωγείς φυσικού αερίου επιβληθούν συγκεκριμένες τιμές πώλησης θα καταγράψουν ζημιές.
Η λύση του πλαφόν μοιάζει απλή, αλλά δεν θα λειτουργήσει. Η ΕΕ θα πρέπει να επιλέξει έναν διαφορετικό δρόμο. Οι κυβερνήσεις των 27 κρατών-μελών θα μπορούσαν να αγοράζουν αέριο από κοινού, χρησιμοποιώντας την διαπραγματευτική τους ισχύ για να εξασφαλίσουν περισσότερο φυσικό αέριο σε καλύτερες τιμές. Αυτό δεν θα είναι εύκολο. Αλλά θα μπορούσε να λειτουργήσει.
πηγή: το Βήμα