Κεντρικός ομιλητής στις εκδηλώσεις για την Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος στη Θεσσαλονίκη ήταν ο Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολος Τζιτζικώστας.
Ο κ. Τζιτζικώστας παρέστη στην επιμνημόσυνη δέηση (ασκαβά) στην Πλατεία Ελευθερίας και κατέθεσε στεφάνι στο Μνημείο Ολοκαυτώματος Εβραίων Θεσσαλονίκης, στην Πλατεία Ελευθερίας, συνοδευόμενος από την Αντιπεριφερειάρχη Θεσσαλονίκης Βούλα Πατουλίδου, τον Αντιπεριφερειάρχη Υποδομών και Δικτύων Πάρη Μπίλλια, τον Τομεάρχη Διαπεριφερειακών Συνεργασιών Βενιαμίν Καρακωστάνογλου και τον Εντεταλμένο Σύμβουλο Καινοτομίας Νίκο Τζόλλα.
Ο Περιφερειάρχης στην κεντρική ομιλία των εκδηλώσεων, που διοργάνωσε η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας αναφερόμενος στο Ολοκαύτωμα επισήμανε: «Μπορεί η Ιστορία της ανθρωπότητας να είναι γεμάτη από πολέμους και εγκλήματα, όμως ποτέ ξανά δεν αντίκρισε τέτοιο απόλυτο κακό, ποτέ ξανά δεν οργανώθηκε με τέτοιο προμελετημένο τρόπο η μαζική εξόντωση έξι εκατομμυρίων ανθρώπων, ανδρών, γυναικών, παιδιών και ηλικιωμένων, μόνο επειδή ήταν Εβραίοι. Ποτέ ξανά δεν εξαθλιώθηκε τόσο η ανθρώπινη συνείδηση και δεν κατέρρευσαν ολοκληρωτικά ακόμα και οι πιο βασικές αξίες. Στους ζωντανούς χρωστάμε σεβασμό, στους νεκρούς μόνο την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι ότι εκείνη την εποχή η Ευρώπη και ολόκληρος ο κόσμος αδιαφόρησε και αδράνησε μπροστά στη διαφαινόμενη ναζιστική θηριωδία, παρά το γεγονός ότι τα σημάδια ήταν εκεί από την αρχή. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που άκουσαν τις κραυγές και δεν άπλωσαν το χέρι τους. Εκείνοι που γνώριζαν ότι συντελείται ένα αποτρόπαιο έγκλημα και δεν μίλησαν. Εκείνοι που μπορούσαν να σώσουν ανθρώπινες ζωές, όμως έστρεψαν αλλού το βλέμμα τους. Εκείνοι που δήθεν ήταν ουδέτεροι, όμως βαρύνονται με την ίδια ευθύνη, γιατί ‘όταν νίπτει κανείς τας χείρας του σε μια σύγκρουση ισχυρών και αδύναμων, δεν σημαίνει ότι μένει ουδέτερος, σημαίνει ότι παίρνει το μέρος των ισχυρών’. Υπήρξαν βέβαια και εξαιρέσεις, συγκριτικά λίγες, αλλά φωτεινές. Υπήρξαν άνθρωποι στην Ευρώπη, αλλά και στην πατρίδα μας, που πήγαν κόντρα στο ρεύμα δείχνοντας το μεγαλείο της ανθρώπινης ψυχής. Ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, ο Άγγελος Έβερτ, ο Δημήτρης Βρανόπουλος,, ο Δήμαρχος Ζακύνθου Λουκάς Καρρέρ. Αλλά και εδώ στη Μακεδονία και τη Θεσσαλονίκη, ο Γιώργος και η Παναγιώτα Λαναρά από τη Βέροια, που έσωσαν την οικογένεια Σιμόν Ντανιέλι. Ο Νικόλαος Παφίλης, πρόεδρος των ιδιοκτητών ταξί της Θεσσαλονίκης, που έδινε πλαστές ταυτότητες. Ο Αντώνης Παπαδόπουλος που πρόσφερε καταφύγιο στον Ισαάκ Μπενβενίστε, τη σύζυγό του Ρεγγίνα και την αδερφή της Λίλη Φλορεντίν. Και πολλοί ακόμα απλοί πολίτες, για τους οποίους η Ελλάδα είναι υπερήφανη και τα ονόματά τους βρίσκονται στη λίστα των Δικαίων Των Εθνών. Την ύψιστη τιμή του εβραϊκού λαού σε εκείνους που με κίνδυνο της ζωής τους έσωσαν τις ζωές των Εβραίων συμπολιτών μας».
Για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων της Θεσσαλονίκης ο κ. Τζιτζικώστας τόνισε: «Η μνήμη του Ολοκαυτώματος, σε ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά και εδώ στην Ελλάδα, είναι μια μνήμη που στα μεταπολεμικά χρόνια, πάλεψε με τις σιωπές. Μία μνήμη κλειδωμένη, σιωπηλή και αόρατη. Και τα δεινά των συνανθρώπων μας που επέζησαν συνεχίστηκαν για χρόνια μετά την πτώση των ναζί και την απελευθέρωσή τους από τα στρατόπεδα. Αντιμετωπίστηκαν σχεδόν ως υπαίτιοι της μοίρας τους. Κι όμως, παρά τον πόνο της απώλειας, παρά τα όσα είχαν ακουστεί, κατόρθωσαν να ξαναπιάσουν το νήμα της ζωής τους στην Ευρώπη, στην Ελλάδα και στον τόπο μας, τη Θεσσαλονίκη. Όμως η πληγή δεν θα επουλωθεί. Η απώλεια δεν είναι αναστρέψιμη. Ούτε για τις οικογένειες, ούτε για τη Θεσσαλονίκη. Καμία άλλη εβραϊκή κοινότητα στην Ευρώπη δεν εξοντώθηκε τόσο γρήγορα, όσο η εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης. Της ‘Ιερουσαλήμ των Βαλκανίων’. Μια κοινότητα, από της μεγαλύτερες και αρχαιότερες στην Ευρώπη και επίκεντρο του Σεφαραδίτικου Εβραϊσμού, που ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία και την πορεία της πόλης. Που είχε διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της ταυτότητας της Θεσσαλονίκης. Που είχε δώσει στην πόλη τον χαρακτήρα της πολυπολιτισμικότητας, σε εποχές που αυτή ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να καλλιεργηθεί. Μία κοινότητα, το 90% της οποίας εξοντώθηκε, αφανίστηκε. Αμέσως μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης στις 9 Απριλίου 1941, από τα ναζιστικά στρατεύματα άρχισαν οι συλλήψεις και οι κατασχέσεις, οι απαλλοτριώσεις και η λεηλασία των εβραϊκών συναγωγών, σπιτιών και καταστημάτων. Ως το καλοκαίρι του 1942, χιλιάδες άνδρες στάλθηκαν για καταναγκαστηκά έργα. Και στις 15 Μαρτίου του 1943, λίγο πιο πέρα από εδώ που βρισκόμαστε, αναχώρησε στιβαγμένο με παιδιά, γυναίκες, άνδρες και ηλικιωμένους, που έβλεπαν για τελευταία φορά την αγαπημένη τους πατρίδα, το πρώτο ‘τρένο του θανάτου’ για το Άουσβιτς – Μπίρκεναου. Εκεί που οι Έλληνες Εβραίοι εξεγέρθηκαν το 1944, στη μεγαλύτερη εξέγερση που έγινε, την εξέγερση των ‘Ζόντερκομαντο’, που ανατίναξε το ‘Κρεματόριο 4’. Και λίγα λεπτά πριν πεθάνουν, οι ήρωες Έλληνες Εβραίοι, έψαλαν τον Εθνικό μας Ύμνο, ανεμίζοντας ένα κομμάτι ριγέ ύφασμα που έκοψαν από τις στολές τους, το οποίο αναπαριστούσε την ελληνική σημαία. Γιατί τα αδέρφια μας οι Έλληνες Εβραίοι, αγαπάνε την πατρίδα. Ήταν και είναι πάντα πιστοί πολίτες και πατριώτες, που πολέμησαν σε όλους τους αγώνες για την ελευθερία και την ανεξαρτησία της Ελλάδας».
Ο Περιφερειάρχης υπογράμμισε ότι η Ελλάδα πολλές φορές στάθηκε κατώτερη των περιστάσεων απέναντι στους Έλληνες Εβραίους επί δεκαετίες, ενώ αναφέρθηκε και στη σημασία του Μουσείου Ολοκαυτώματος στη Θεσσαλονίκη: «Έπρεπε να περάσουν πολλές δεκαετίες και να φτάσουμε στο 2004, για να καθιερώσει η Βουλή των Ελλήνων την Ημέρα Μνήμης με ομόφωνο ψήφισμα. Έπρεπε να φτάσει το 2011, για να υπάρξει αντίστοιχη μέρα μνήμης για τη Θεσσαλονίκη. Έπρεπε να φτάσει το 2014 για να αποκτήσει το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης μνημείο που αναδεικνύει την καταστροφή του εβραϊκού νεκροταφείου. Έπρεπε να φτάσουμε στο 2023 για να μπει επιτέλους στην τελική ευθεία το Μουσείο Ολοκαυτώματος, ένα έργο που στηρίζει η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές ψηφίδες της Ιστορίας της Θεσσαλονίκης, μία οφειλόμενη τιμή στη μνήμη των 45.000 Ελλήνων Εβραίων, που εξοντώθηκαν από τους ναζί. Ήρθε η ώρα χωρίς άλλες καθυστερήσεις να δημιουργηθεί το Πάρκο Μνήμης στην Πλατεία Ελευθερίας, αλλά και να προχωρήσει άμεσα η πρόταση για ονοματοδοσία ενός κεντρικού δρόμου της πόλης σε Λεωφόρο των Εβραίων Μαρτύρων. Θέλω όμως να σταθώ στο Μουσείο του Ολοκαυτώματος. Ένα Μουσείο που θα ξεπεράσει τα όρια την πόλης και της χώρας και οι επισκέπτες του από ολόκληρη την Ελλάδα και το εξωτερικό θα μαθαίνουν τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα. Γιατί το Ολοκαύτωμα δεν αφορά μόνο τους Εβραίους. Αφορά ολόκληρη την ανθρωπότητα».
Όπως τόνισε ο κ. Τζιτζικώστας, η Πολιτεία οφείλει να δείξει μηδενική ανοχή στα φαινόμενα αντισημιτισμού, όπως η πρόσφατη βεβήλωση του Μνημείου Ολοκαυτώματος στη Θεσσαλονίκη: «Δυστυχώς όμως, όπως έχουν δείξει οι έρευνες, πάρα πολλοί άνθρωποι σε όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα οι νέοι άνθρωποι δεν γνωρίζουν ή γνωρίζουν πολύ λίγα για το τί πραγματικά συνέβη στο Άουσβιτς και στα άλλα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Και καθώς τα χρόνια περνούν γρήγορα και η γενιά των αυτόπτων μαρτύρων φεύγει, η ευθύνη μετατοπίζεται πλέον από τη ‘ζωντανή’ στη ‘δευτερογενή’ μνήμη, στη γενιά μας και στις επόμενες γενιές. Γιατί προκειμένου να αποτρέψουμε την επανάληψη της βαρβαρότητας, πρέπει να συνεχίσουμε να εξιστορούμε τα γεγονότα. Και η υποχρέωση της μνήμης σημαίνει ότι έμαστε έτοιμοι και αποφασισμένοι για την ολομέτωπη σύγκρουση με τον αντισημιτισμό, το ρατσισμό και τη μισαλλοδοξία. Γιατί δεν πρέπει να επαναλάβουμε τα μοιραία λάθη εκείνης της εποχής. Όταν δεν αναγνωρίζουμε τα λάθη, δεν αναλαμβάνουμε και την ευθύνη. Και όταν δεν αναλαμβάνουμε την ευθύνη, τότε πάντα θα είμαστε όμηροι αυτών των λαθών. Πρέπει να θυμόμαστε ότι ο δρόμος που οδήγησε στο Ολοκαύτωμα, ξεκίνησε με λόγια, με στιγματισμό, με προπαγάνδα και βανδαλισμούς. Όπως οι άθλιοι και απόλυτα καταδικαστέοι βανδαλισμοί που πρόσφατα για ακόμα μία φορά έλαβαν χώρα εδώ, στη Θεσσαλονίκη, στο Μνημείο του Ολοκαυτώματος. Ένα φαινόμενο απαναλαμβάνομενο, που δεν είναι μόνο λυπηρό, αλλά εξοργιστικό και πρέπει η Πολιτεία να το αντιμετωπίσει με μηδενική ανοχή. Γιατί είναι λάθος να σκεφτούμε ότι αυτές είναι βαρβαρότητες κάποιων λίγων, μερικών ακραίων ή μερικών τρελών. Άλλωστε ζήσαμε την οδυνηρή εμπειρία, ότι το κακό πάντοτε αρχίζει με λίγους και ‘το μόνο που χρειάζεται για να θριαμβεύσει, είναι κάποιοι καλοί άνθρωποι να μην κάνουν τίποτα’. Δεν μπορούμε να εθελοτυφλούμε. Ζούμε σε πολύ δύσκολους καιρούς, σε μία πολύ ταραγμένη εποχή. Οι βασικές αξίες πάνω στις οποίες είναι θεμελιωμένες οι δυτικές δημοκρατίες δέχονται ισχυρές πιέσεις, ακόμα και επιθέσεις από έξω, αλλά και από το εσωτερικό. Φαίνεται πως ξυπνούν παλιά πάθη και διχασμοί του παρελθόντος. Τα άκρα και ο λαϊκισμός κερδίζουν έδαφος, στην Ευρώπη, αλλά και εκτός Ευρώπης, καθώς απευθύνονται σε κουρασμένους και απογοητευμένους ανθρώπους, από τις διαδοχικές κρίσεις, την ανεργία, τη φτώχεια, την κατάρευση των προσδοκιών. Η άρνηση του Ολοκαυτώματος γίνεται δημοφιλής. Η ρητορική μίσους καταλαμβάνει όλο και περισσότερο το δημόσιο χώρο και λόγο. Η αδράνεια πλέον, ισοδυναμεί με σύμπραξη σε ένα έγκλημα που φαίνεται έτοιμο να ξεσπάσει. Έχουμε την ευθύνη να αποκρούσουμε τις νέες φωνές μίσους. Να αντιμετωπίσουμε αποφασιστικά το νεοναζισμό και τη μισαλλοδοξία. Να ξεριζώσουμε τις ασυνάρτητες θεωρίες συνομωσίας. Γιατί τα ιστορικά γεγονότα δεν μπορούν να διαγραφούν. Η ιστορική πραγματικότητα δεν μπορεί να αλλοιωθεί. Οι αρνητές του Ολοκαυτώματος δεν θα καταφέρουν να σβήσουν τη μνήμη. Δεν θα το επιτρέψουμε εμείς. Γιατί μόνο έτσι, τιμούμε πραγματικά τη μνήμη όλων των Εβραίων και φυσικά των συμπατριωτών μας Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος. Μόνο έτσι θα ανακουφιστεί η ψυχή των αθώων θυμάτων. Όταν με τη στάση και τις πράξεις μας στέλνουμε δυνατά και ξεκάθαρα το μήνυμα: ‘Λεολάμ Λο’. ‘Ποτέ Ξανά’».