Το Σάββατο του Λαζάρου είναι από τις μεγαλύτερες γιορτές της Ορθόδοξης Εκκλησίας και θεωρείται η «πρώτη γεύση» της Μεγάλης Εβδομάδας. Μέρα νίκης της ζωής επί του θανάτου.
Το Σάββατο του Λαζάρου ή Λαζαροσάββατο στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία και σε όσες καθολικές εκκλησίες ακολουθούν το βυζαντινό τελετουργικό είναι η μέρα πριν την Κυριακή των Βαΐων.
Την ημέρα αυτή εορτάζεται η ανάσταση του Λαζάρου από τη Βηθανία, ένα γεγονός το οποίο περιγράφεται στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον. Το Σάββατο του Λαζάρου και η Κυριακή των Βαΐων έχουν τη μοναδική θέση στο εκκλησιαστικό έτος ως μέρες χαράς ανάμεσα στη Μεγάλη Σαρακοστή και το θρήνο της Μεγάλης Εβδομάδας.
Το Σάββατο του Λαζάρου είναι μέρα στην οποία, παραδοσιακά, οι ερημίτες εγκαταλείπουν τις σκήτες τους και επιστρέφουν στο μοναστήρι για τη Μεγάλη Εβδομάδα.
Στην Ελλάδα, το Σάββατο του Λαζάρου φτιάχνουν ειδικά ψωμάκια που μοιάζουν με σαβανωμένο άνθρωπο και ονομάζονται λαζαράκια, ενώ τα παιδιά τραγουδούν τα λαζαρικά, κάλαντα ειδικά για την ημέρα.
Η ανάσταση του Λαζάρου θεωρείται η «πρώτη Λαμπρή» αφού η εκ νεκρών έγερση του αγαπημένου φίλου του Χριστού θεωρείται προικονομία της δικής του Ανάστασης.
Ωστόσο η γιορτή έχει και την ψυχολογική της ερμηνεία, αφού ο λαός δεν θα μπορούσε να αφήσει στο περιθώριο την περιέργεια για το τι είδε ο Λάζαρος κατά την τριήμερή του ταφή, κάτι που αποτυπώνεται πλήρως στα κάλαντα.
Τα κάλαντα του Λαζάρου
Σήμερον έρχεται ο Χριστός
ο επουράνιος θεός.
Εν τη πόλει Βηθανία
Μάρθα κλάει και Μαρία.
Λάζαρο τον αδελφό της
τον γλυκύ και καρδιακόν της.
Τον μοιρολογούν και λένε
τον μοιρολογούν και κλαίνε.
Τρεις ημέρες τον θρηνούσαν
και τον εμοιρολογούσαν
Και τη μέρα την Τετάρτη
κίνησε ο Χριστός για να ‘ρθει.
Τότε εβγήκε η Μαρία
έξω από τη Βηθανία
και εμπρός του γονατίζει
και τα πόδια του φιλεί.
-Αν εδώ ήσουν, Χριστέ μου
δεν θα πέθαιν’ ο αδελφός μου.
Μα και πάλιν εγώ πιστεύω
και καλότατα ηξεύρω
ότι δύνασαι αν θελήσεις
και νεκρούς να αναστήσεις.
Τότε ο Χριστός δακρύζει
και τον Άδη φοβερίζει.!
Δεύρο έξω Λάζαρέ μου
φίλε και αγαπητέ μου.
Παρευθύς επελυτρώθη
ανεστήθη κι εσηκώθη
Τότε τον Θεόν δοξάζουν
και τον Λάζαρο εξετάζουν.
Πες μας, Λάζαρε, τι είδες
εις τον Άδην απού πήγες;
Είδα φόβους, είδα τρόμους,
είδα βάσανα και πόνους,
Δώστε μου νερό λιγάκι
να ξεπλύνω το φαρμάκι
της καρδιάς και των χειλέων
και μην μ’ ερωτάτε πλέον.
Του χρόνου πάλι να ‘ρθουμε,
με υγεία να σας βρούμε,
και ο νοικοκύρης του σπιτιού
χρόνια πολλά να ζήσει,
να ζήσει χρόνια εκατό
και να τα ξεπεράσει.
Σε κάποιες περιοχές στη Στερεά Ελλάδα, τη Μακεδονία και τη Θράκη, τα κάλαντα αυτά ήταν γυναικεία υπόθεση αφού τα τραγουδούσαν κοπέλες διαφόρων ηλικιών, που τις έλεγαν Λαζαρίνες ή Λαζαρίτσες. Μάλιστα, την παραμονή, οι Λαζαρίνες πήγαιναν στα χωράφια και μάζευαν λουλούδια.